Η Μαρία είναι γύρω στα 50. Ήρθε στο Λονδίνο συστημένη να φυλάει μια ηλικιωμένη ελληνίδα κυρία. Αστή του Λονδίνου, μορφωμένη, ευχάριστη, καλοσυνάτη. Η κυρία Ελένη μιλάει τα αγγλικά σαν Αγγλίδα. Η Μαρία ξέρει ελάχιστες λέξεις αλλά μαθαίνει γρήγορα. Μένουν σε μια καλή γειτονιά, posh που θα λέγαν κι οι Εγγλέζοι. Παρακάτω μένει κι Λία με τον άντρα της το Θέμη. Είναι κι οι δυο γιατροί που δεν έβρισκαν δουλειά στην Ελλάδα. Η Μαρία καθάριζε κάποτε το σπίτι της μητέρας της Λίας στην Αθήνα. Έπεσε πάνω της μια μέρα στο δρόμο. Η Λία δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ήπιανε καφέ και είπανε τα νέα τους και κυρίως τα νέα της Μαρίας, πως δεν έβρισκε δουλειά πουθενά και πως μέσω γνωστών βρήκε αυτή τη δουλειά στο Λονδίνο και πόσο τυχερή ήταν που τόσος κόσμος υποφέρει μήνες στην Ελλάδα κι αυτή βρήκε γρήγορα την κυρία Ελένη που ήταν καλός άνθρωπος χωρίς ιδιοτροπίες. Η Λία κυρίως άκουγε, άλλωστε η Μαρία μάθαινε τα νέα της όσο ήταν στην Ελλάδα.
Η Μαρία είναι γύρω στα σαράντα. Στο διαμέρισμά της ακούγονται τα αυτοκίνητα της Αχαρνών. Ένα μέτρο πιο πάνω από το δρόμο είναι η γκαρσονιέρα. Τα πράγματά της τακτοποιημένα για να μην πιάνουν χώρο. Σε ένα ράφι βιβλία μαθηματικών. Το μόνο σκονισμένο μέρος σε όλο το σπίτι. Τα κοιτάζει αλλά δεν έχει δύναμη να τα ανοίξει. Γυρίζει τόσο κουρασμένη από τη δουλειά.
Η Μαρία είναι σαράντα. Χτες είχε γενέθλια. Αλλά σε αυτή τη χώρα δεν έχει μέλλον. Μαζεύει τα πραγματά της. Μια βαλίτσα ρούχα και μια μικρότερη με λίγα βιβλία και προσωπικά αντικείμενα. Και μια φωτογραφία της κόρης της από τη σχολική εκδρομή. Φέτος θα ξεκινήσει στο πανεπιστήμιο να σπουδάζει Οικονομικά. Η Μαρία θα φύγει να δουλέψει για να μπορέσει να την σπουδάσει. Δεν ξέρει Ελληνικά αλλά μαθαίνει γρήγορα όπως όλοι οι δίγλωσσοι. Η Μαρία μιλάει ρουμανικά και ρωσικά όπως όλοι οι Μολβαδοί. Μέσα στη βαλίτσα της στριμώχνει και τα βιβλία των μαθηματικών. Αυτά που δίδασκε μέχρι να την απολύσουν από το σχολείο. Ίσως της χρειαστούν στην Ελλάδα, όταν μάθει τη γλώσσα καλά. Στην Ελλάδα, το λένε όλοι, υπάρχουν πολλές ευκαιρίες.
Η Μαρία είναι γύρω στα σαράντα. Στο διαμέρισμά της ακούγονται τα αυτοκίνητα της Αχαρνών. Ένα μέτρο πιο πάνω από το δρόμο είναι η γκαρσονιέρα. Τα πράγματά της τακτοποιημένα για να μην πιάνουν χώρο. Σε ένα ράφι βιβλία μαθηματικών. Το μόνο σκονισμένο μέρος σε όλο το σπίτι. Τα κοιτάζει αλλά δεν έχει δύναμη να τα ανοίξει. Γυρίζει τόσο κουρασμένη από τη δουλειά.
Η Μαρία είναι σαράντα. Χτες είχε γενέθλια. Αλλά σε αυτή τη χώρα δεν έχει μέλλον. Μαζεύει τα πραγματά της. Μια βαλίτσα ρούχα και μια μικρότερη με λίγα βιβλία και προσωπικά αντικείμενα. Και μια φωτογραφία της κόρης της από τη σχολική εκδρομή. Φέτος θα ξεκινήσει στο πανεπιστήμιο να σπουδάζει Οικονομικά. Η Μαρία θα φύγει να δουλέψει για να μπορέσει να την σπουδάσει. Δεν ξέρει Ελληνικά αλλά μαθαίνει γρήγορα όπως όλοι οι δίγλωσσοι. Η Μαρία μιλάει ρουμανικά και ρωσικά όπως όλοι οι Μολβαδοί. Μέσα στη βαλίτσα της στριμώχνει και τα βιβλία των μαθηματικών. Αυτά που δίδασκε μέχρι να την απολύσουν από το σχολείο. Ίσως της χρειαστούν στην Ελλάδα, όταν μάθει τη γλώσσα καλά. Στην Ελλάδα, το λένε όλοι, υπάρχουν πολλές ευκαιρίες.