Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Σωτηρία

-Γιατί δεν έρχεσαι μια φορά να τον γνωρίσεις καλύτερα; είναι καλό παιδί;
-Και τί να συζητήσουμε; για το ποδόσφαιρο; Δε μου αρέσει ο τρόπος που με κοίταγε την άλλη φορά. Κι από τι μου λες δεν έχει και κάποια σχέση. Πως να βρει άλλωστε; Μονόχνωτος και στερεοτυπικός μισογύνης μαμάκιας! Σε ζηλεύει, να τον προσέχεις.
-Δεν έχεις δίκιο, στο σχολείο του οι μαθητές τον λατρεύουνε, άλλωστε είναι πιο ενδιαφέρων από τις φίλες σου.
-Ας μην τσακωθούμε τώρα για το Θανάση!!
-Συγγνώμη Σώτη, δεν ήθελα...
-Δε πειράζει!
Με ένα φιλί στο μέτωπο κι ένα χάδι στα μαλλιά το θέμα έληξε και σε μισό λεπτό αποκοιμήθηκε!

Η Σώτη, ο λυκειακός του έρωτας! Μαζί ήρθαν για να σπουδάσουν. Παρόλο που ήταν σε διαφορετικές σχολές ή ίσως και γι αυτό δε χώρισαν στο πανεπιστήμιο. Και μετά το πτυχίο, το επισημοποίησαν και μένουνε μαζί, τέσσερα χρόνια τώρα.

Η Σώτη δεν είχε δουλειά. Σα φοιτήτρια δούλευε σε κοινωνικά προγράμματα κι έβγαινε το χαρτζιλίκι, σα κανονική κοινωνιολόγος όμως ήταν όπως όλοι του σιναφιού στα αζήτητα.
Ο Γιώργος πιο τυχερός σα φυσικός, είχε προλάβει να δώσει εξετάσεις στον τελευταίο διαγωνισμό που έγινε πριν την κρίση και να διοριστεί σε σχολείο. Με τη δουλειά του πλήρωνε τη στέγη τους εξορίζοντας μέρα με τη μέρα μακρύτερα τα όνειρα για έρευνα σε κάποιο εργαστήριο. Όχι πως δε του άρεσε το σχολείο. Να δουλεύεις με παιδιά, ειδικά όσο είσαι ακόμα νέος κι έχεις όρεξη...Και με τους συναδέλφους καλά τα πήγαινε. Αν και η Σώτη ζήλευε λίγο την Ελένη που του τρίβονταν, κατά τη Σώτη. Γι αυτό και δεν τον συνόδευε ποτέ στις εξόδους που έκαναν πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων ή στα ούζα που είχαν καθιερώσει μετά τις εξετάσεις του καλοκαιριού. Έτσι την έδειχνε η Σώτη τη δυσαρέσκειά της. Χωρίς γκρίνιες, μόνο με την απουσία της. Δε μπορούσε να της πει τίποτα.

Ο Γιώργος δεν ήταν ποτέ η ψυχή της παρέας. Ήταν αυτό που λέμε το καλό παιδί. Ο άνθρωπος που μάλλον συμπλήρωνε το ντεκόρ αλλά και μπορούσες να ξεχάσεις να καλέσεις στην ομαδική εκδρομή στο Σούνιο. Μετά το πανεπιστήμιο, όταν οι παρέα σκόρπισε του μεινε μόνο ο Θανάσης. Κι αυτός όταν είχε μπάλα. Ο Θανάσης πήγαινε σε μέρη που του Γιώργου δεν του άρεσαν. Κι η μουσική του ανυπόφορη. Αλλά η συνάντηση στο σπίτι του για την ομαδάρα, ο Θανάσης είχε συνδρομητική, είχε γίνει θεσμός. Μια συνήθεια που ξεκίναγε με το Γιώργο να αγοράζει το ουίσκι στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς και κατέληγε στην τυποποιημένη ολιγόλεπτη γκρίνια της Σώτης το βράδυ, λες και δε του φτανε η ζαλάδα από το ουίσκι κι η χασούρα!

Εκείνο το βράδυ ο Θανάσης ήταν γερμένος στον καναπέ κι η ανάσα του βαριά. Με ελαφρά βήματα πήρε το ποτήρι του και το έπλυνε. Ο Θανάσης είχε πλακώσει το δικό του. Έκλεισε την πόρτα χωρίς θόρυβο και βγήκε στο δρόμο. Ο Θανάσης έμενε σε μια παλιά διπλοκατοικία στην κορυφή της ανηφόρας. Λίγο πιο πάνω κι από το τέρμα των λεωφορείων. Από κάτω μένανε πάντα φοιτητές. Σπάνια πάνω από δυο χρόνια οι ίδιοι. Σε αυτά τα σπίτια μόνο φοιτητές ή εργένηδες μέναν πια. Οι οικογένειες θέλαν διαμερίσματα με αλουμινένια κουφώματα. Ο δρόμος μέχρι την αφετηρία θεοσκότεινος ένιωθες να περπατάς στα σύννεφα βλέποντας χαμηλά τα φώτα της πόλης να απλώνονται. Σήκωσε το γιακά από το μπουφάν και έβαλε τα χέρια στην τσέπη. Ήξερε πως δε θα ξαναπήγαινε στο Θανάση αλλά δεν τον ένοιαζε καθόλου.
-Με το Θανάση τελειώσαμε, της είπε δεν αντέδρασε καθόλου. Όταν ξύπνησε, η Σώτη είχε βγει.
Θα πέρναγαν δυο βδομάδες για να γράψουν σε μισό μονόστηλο οι εφημερίδες ότι βρέθηκε νεκρός ο Θανάσσης. Κάτι μύριζε άσχημα κι οι φοιτητές καλέσαν την Αστυνομία. Αλκοόλ και βαρβιτουρικά δείξαν οι πρώτες αναλύσεις.

-Γιατί είναι τόσο κλειστός;
-έλα βρε Ελένη, πλάκα μου κάνεις;
-Τί; δεν ξέρω!

Και η Μαίρη η γυμνάστρια της τα είπε όλα στην εφημερία. Ακροβολισμένες στη μικρή πύλη βλέπανε όλο το προαύλιο, η Μαίρη μίλαγε κι η Ελένη δε μπορούσε να το πιστέψει. Πως ο Γιώργος έχασε τα λογικά του όταν η Σώτη λίγο πιο κάτω από το σπίτι τους δεν πρόσεξε και περνώντας το δρόμο την παρέσυρε λεωφορείο. Λένε πως είχαν τσακωθεί το πρωί. Στην κηδεία φαινόταν να κρατάει. Μα μετά κατέρευσε. Νοσηλεύτηκε για καιρό σε κλινική και βγήκε από κει με ένα χαρτί γεμάτο με ονόματα ηρεμιστηκών. Δεν κρίθηκε επικίνδυνος ή ακατάλληλος και επέστρεψε στο σχολείο. Ο διευθυντής για να μην τον ζορίσει του ανέθεσε μόνο Γεωγραφία. Με τον καιρό ανέλαβε πλήρως. Όμως κανείς από τους συναδέλφους δεν ανοίγονταν μπροστά του. Κι αυτός ακολουθούσε για λίγο στις εξόδους τους αλλά έφευγε πάντα πρώτος. Κοίταζε πρώτα το ρολόι του κι έπειτα έφευγε με σπουδή λες και κάποιος τον περίμενε, τον έρμο.

Δε θα το ξεχάσει ποτέ ο Γιώργος εκείνο το Σάββατο. Στολισμένη σα να ήταν βράδυ βγήκε ταραγμένη αποφεύγοντας να τον κοιτάξει. Υπέθεσε πως πήγαινε λαϊκή, της άρεσε να ξοδεύει εκεί τα πρωινά του Σαββάτου. Το ντύσιμο της δεν κόλλαγε, δε την ρώτησε. Δυο ώρες μετά τον πήραν τηλέφωνο από τον Ευαγγελισμό.
Η κηδεία έγινε την Τρίτη. Φιλοξένησε τους γονείς και τον αδελφό της. Σπίτι της ήταν άλλωστε. Σιωπηρή φιλοξενία με εκκωφαντικό πόνο. Μαύρες φιγούρες σε ένα παλιό ψηλοτάβανο τριάρι.
Φύγανε την Τρίτη το βράδυ. Την Τετάρτη πήγε στο ταχυδρομείο να πάρει το συστημένο. Αναγκαστικά πέρασε από το σημείο του δυστυχήματος.

Υπέγραψε στο χαρτί που του έδωσε η υπάλληλος και πήρε το γράμμα. Του κοπήκαν τα πόδια όταν στο φάκελο αναγνώρισε τα γράμματά της.
Είχε την αυτοσυγκράτηση να βγει πρώτα από το ταχυδρομείο πριν το ανοίξει. Πέντε γραμμές όλες κι όλες. Τα γράμματα, η σύνταξη έδειχναν ταραχή. Όλα γύρω του έγιναν πορτοκαλί, βαθύ πορτοκαλί. Δεν ξέρει πόση ώρα ή πόσους αιώνες έμεινε έτσι. Η επόμενη εικόνα που θυμάται είναι το δωμάτιο στην ψυχιατρική.

Γιώργο είχα δίκιο για το Θανάση
Την Τετάρτη που δεν ήρθες στο μπαρ δεν ένιωθα καλά και προσφέρθηκε να με γυρίσει. Σταμάτησε σε μια ερημιά και με βίασε. Να προσέχεις τους φίλους σου. Να προσέχεις μωρό μου. Σε αγαπώ
Σωτηρία.”


Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Ρόδα, το νέο εθνικό σύμβολο

Τον καταλαβαίνω απόλυτα τον καμίνη. Τόσα χρόνια δήμαρχος αυτής της υπέροχης πόλης και το μόνο που θυμάται ο κόσμος είναι εκείνη η πρωτοχρονιά που τα σκάτωσε στην αντίστροφη μέτρηση. Οι πολίτες αυτής της κοσμοπολίτικης γωνιάς του κόσμου όμως έχουν συνηθίσει σε χριστουγεννιάτικα υπερθεάματα. Ο καγκελόπουλος έστηνε το ψηλότερο δέντρο της ελλάδας τη μια χρονιά, της ευρώπης την επόμενη, του γαλαξία την τρίτη κοκ. Ο νικήτας από την άλλη είχε στήσει το πιο φλεγόμενο δέντρο του κόσμου.
Έπρεπε λοιπόν να κάνει κι ο καμίνης το κομμάτι του. Δε γίνεται να καλοσορίζει ο δήμαρχος Φιλιατρών το νέο χρόνο από τον πύργο του Άιφελ κι αυτός να λέει απλά τέσσερα-τρία-δύο-ένα-μηδέν και να είναι κι εκτός χρόνου!
Έπρεπε να φέρει έναν αέρα ευρωπαϊκό. Άιφελ στα Φιλιατρά; London Eye στην Αθήνα!
Η ζωή των μεγάλων ανδρών χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες εκείνες στιγμές που συλλαμβάνουν τις μεγάλες ιδέες. Τη στιγμή που ο καμίνης σκέφτηκε τη ρόδα δε συνειδητοποιούσε ότι δημιουργούσε ένα νέο εθνικό σύμβολο. Ένα σύμβολο που συμπυκνώνει κάθε στοιχείο του σύγχρονου ελληνισμού:
Την αδιαφορία για το συμβολισμό της Πλατείας Συντάγματος ως κέντρου πολιτικών αγώνων από το 1843 ως σήμερα και την αυθαίρετη καταπάτηση της μοναδικής μεγάλης πλατείας του κέντρου προς όφελος μιας αόρατης ιδιωτικής εταιρείας.
Τις αδιαφανείς διαδικασίες λήψης της απόφασης, της ανάθεσης του έργου και του προϋπολογισμού του.
Την απουσία κάθε μελέτης ασφαλείας ενώ από κάτω βρίσκεται ο μεγαλύτερος σταθμός μετρό της Αθήνας.
Τη σταθερή απασχόληση των μμε αποκλειστικά με οτιδήποτε ανούσιο είχε να κάνει με τη ρόδα, όπως αν θα προλάβουμε να ανεβούμε πάνω πριν τα χριστούγεννα, άσχετα με το που θα καταλήγαμε
Τη ραγιάδικη προσπάθεια να μιμιθούμε το Λονδίνο. Μια προσπάθεια με πολλές κι υπέροχες σουρεαλιστικές προεκτάσεις καθώς στο Λονδίνο υπήρχε πλήρης έλεγχος όλων των παραμέτρων και μεγάλος διάλογος για την αισθητική. Επιπλέον, σε αντίθεση με το επίπεδο Λονδίνο, αυτό που θα έβλεπε κανείς από τη ρόδα καμίνη μπορεί να το δει από οποιοδήποτε από τους πολυάριθμους λόφους της Αθήνας. Μόνο στο κέντρο έχουμε Λυκαβητό, Στρέφη και Φιλοπάππου. Βέβαια καταλαβαίνω ότι δε μπορεί να χορτάσει κανείς τόσο εύκολα τις πενήντα αποχρώσεις του γκρι που προσφέρουν τα κτίρια της Αθήνας.
Όμως το πιο σπουδαίο με τη ρόδα είναι ότι είναι συνδεδεμένη με τη βαθιά ιστορία του γένους μας και κυρίως με το κομμάτι να παρουσιάσουμε κάτι που μας γυάλισε στο εξωτερικό σα δικιά μας πρωτοτυπία. Όπως η σημαία της βρεταννικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών που γυάλισε στον αρχηγό του αγγλικού κόμματος μαυροκορδάτο και την έφερε στην ελλάδα βαπτισμένη στο μπλε της βαυαρίας του όθωνα
Προτείνω μάλιστα να συνδέσουμε τα δύο κορυφαία για το γένος μας γεγονότα με την προσθήκη της ρόδας στη σημαία μας. Από τη μια πλευρά θα έχουμε τη γνωστή μας σημαία κι από την άλλη αντί για το σταυρό θα έχουμε τη ρόδα.
Στο δήμαρχο θα του σύστηνα να διαβάσει όλα τα παραπάνω για να καταλάβει το μέγεθος της επιτυχίας του. Κι ας μην γύρισε ποτέ η ρόδα. Εδώ κοτζάμ Ναπολέων κι οι ρόδες των κανονιών του δε γύρισαν ποτέ στις λάσπες του Βατερλό.

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Βαγγέλω

Κάθε Μεγάλο Σάββατο η ίδια ιστορία. Η αδελφή μου κι εγώ στην εξώπορτα με τον παππού να κοιτάμε τους γείτονες να ανηφορίζουν προς την εκκλησία της γειτονιάς μας, την Αγία Βαρβάρα στη Δάφνη και να φωνάζουμε στους γονείς μας να βιαστούν. Δώδεκα παρά δέκα να ξεκινάμε βλέποντας από μακριά τα αναμμένα κεριά να πληθαίνουν κι η μάνα μου να κοιτάζει πίσω και να ρωτά
-Μητέρα, σίγουρα δε θέλετε να ρθείτε;
-Δεν είμαι εγώ για αυτά, τραβάτε στο καλό, έχω και το φαί
Πάντως μαγειρίτσα δε φάγαμε ποτέ, της βρώμαγε.

Τα χρόνια πέρναγαν, μεγαλώναμε κι αλλάζαμε σπίτια, σχολεία, πόλη, μακριά από τον παππού και τη γιαγιά. Το μόνο αναλλοίωτο η άρνηση της γιαγιάς μου να πλησιάσει σε εκκλησία.

Όταν γεννήθηκε τη βγάλαν Βαγγέλω, η γιαγιά της είχε χάσει ένα παιδί Βαγγέλη και τό χε καημό, αφού δεν τους έκατσε αγόρι δώσαν το όνομα στο κορίτσι. Ο πατέρας της δε μπορούσε να φέρει αντίρρηση, είχε φύγει λίγους μήνες νωρίτερα για την Αμερική, μετανάστης. Ήταν παράδοση στη  Λευκάδα οι άντρες να χάνονται νωρίς, είτε σε πολέμους, είτε μετανάστες σ' Αμερική κι Αυστραλία. Ο προπάππος μου τα κατάφερε και τα δυο, Γύρισε από την Αμερική για να πολεμήσει στους Βαλκανικούς και πέθανε από τις κακουχίες. Πέρασε κι ένα φεγγάρι από το χωριό ίσα-ίσα για να αφήσει στη γυναίκα του άλλο ένα παιδί να το μεγαλώσει μόνη της. Και μιας κι ήταν αγόρι το βγάλαν Βαγγέλη.

Τα δυο ορφανά μεγάλωσαν με τον πικρό ιδρώτα της μητέρας Άννας και την υπερβολική αδυναμία της γιαγιάς. Η τελευταία το είχε βάλει κι όρο να μη τους λείψει τίποτα για να μη τα λυπούνται. Έγραψε και στα αδέλφια της στη Αμερική και στέλνανε λεφτά και ρούχα. Ο Βαγγέλης έβγαλε το Γυμνάσιο κι η Βαγγέλω έγινε μοδίστρα, περιζήτητη στην περιοχή. Της πήραν και μια μηχανή Singer, χειροκίνητη που δουλεύει ακόμα και σήμερα και την έχει η ξενιτεμένη αδελφούλα μου στο Λονδίνο. (Βαγγέλω κι αυτή στο πιο εξυγχρονισμένο!)
Όταν πάτησε τα δεκάξι αρχίσαν οι προτάσεις για παντρειά αλλά της Βαγγέλως δεν της γέμιζαν το μάτι. Δεν ήθελε να γίνει ένα ακόμα κεφάλι ανάμεσα στα ζώα κάποιου άξεστου χωριάτη. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος θες που ήταν ήδη εικοσιπέντε θες που είχε άλλες έννοιες ο κόσμος την αφήσαν στην ησυχία της.
Με τη λήξη του πολέμου έγινε το προξενιό με τον παππού μου. Μόλις τον είδε συμφώνησε. Δεν ήταν όμορφος, αλλά ήταν νέος, μικρότερός της, δυνατός και με καθαρό βλέμμα. Όταν την πήρε νύφη στο χωριό του το πρώτο κιόλας βράδυ της είπε πως θα δουλεύει σκληρά για να μην τους λείπουν τα βασικά αλλά δε θα έχουν πολυτέλειες. Κι αυτή του είπε πως δε τη νοιάζει αρκεί να μην την κακομεταχειρίζεται.
-Δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος, της αποκρίθηκε, ούτε στα χωράφια θα πατήσει το πόδι σου.

Λίγα χρόνια μετά τον εμφύλιο βρίσκονται νοικοκυρεμένοι στην Πρέβεζα. Διαφορετικοί χαρακτήρες. Η Βαγγέλω περήφανη, νευρική, ανυπόμονη και  καυστική. Ο Σταύρος καλόγνωμος και κοινωνικός. Τους ενώνει όμως η αγάπη για τον πατέρα μου που έχουν συμφωνήσει να μείνει το μόναχοπαίδι τους φυσικά "για να μη του λείψει τίποτα" μόνο που τώρα έχει προστεθεί και το "για να σπουδάσει, να ζήσει καλύτερα από μας"
Σε μια γύρα στη γειτονιά πέφτει πάνω στον παπά της ενορίας
-Βαγγέλω να σε ρωτήσω κάτι, γιατί δεν κάνετε κι άλλα παιδιά με το Σταύρο;
-Γιατί είμαστε φτωχοί και δε θα μπορέσουμε να τα μεγαλώσουμε όπως θέλουμε
-Αυτό που λες είναι μεγάλη αμαρτία, έχει ο Θεός!
- Εμείς όμως δεν έχουμε, αν μας δώσει ο Θεός το συζητάμε με το Σταύρο. Αλλά εσένα δε σου πέφτει λόγος τί κάνουμε σπίτι μας. Αυτό είναι αμαρτία!
Γύρισε σπίτι ευχαριστημένη από την απάντηση αλλά και φουρκισμένη για το θράσσος του παπά. Δεν είπε τίποτα σε κανένα απλά αποφάσισε πως σε εκκλησία δε θα ξαναπατήσει.

Φοιτητής αρκετά βράδια αναζητούσα τη ζεστασιά τους. Ένα από αυτά χαζεύαμε στην τηλεόραση ένα απόσπασμα "Σαν Σήμερα" που έλεγε για τις σουφραζέτες. Η γιαγιά χασκογελά:
-Αυτές είχαν λεφτά και τα βρίσκαν εύκολα. Εγώ ήμουν πραγματική φεμινίστρια!

(Η Βαγγέλω, πρώτη από δεξιά, με την οικογένεια του Σταύρου στην Πρέβεζα)

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2016

Τα μετάλλια, το έθνος και το κακό συναπάντημα

Ολυμπιακό παραληρηματικό εμβατήριο σε διαρκή ύφεση

Η πτωχή ελλάς των 10 εκατομμυρίων και των τριών μνημονίων κέρδισε έξι μετάλλια. Οι Έλληνες τιμώντας τη μακραίωνη ιστορία τους ξεχύθηκαν στους δρόμους για να γιορτάσουν τους κόπους της Κορακάκη που επειδή προπονούνταν τόσα χρόνια σε μια στάνη με τον πατέρα της δεν την ήξερε ούτε η μάνα της, της ξενιτεμένης Στεφανίδη και του Πετρούνια που σίγουρα οι συμμαθητές του στο σχολείο με την ανοχή των δασκάλων θα τον είχαν ταράξει στο δούλεμα για τους κρίκους.
Τα σφιχταγκαλιάσματα με αυτά τα παιδιά που δε θα τα ξέραμε αν δε φέρναν μετάλλιο (σε ποιους το φέρανε, πότε τους έστειλαν; κι αυτούς τους ιστιοπλόους πως είπαμε τους λένε;) είναι η απόλυτη απόδειξη της ανυπαρξία της κοινωνίας μας.
Από τη μια απουσία οποιασδήποτε συλλογικής προσπάθειας που θα έστρεφε μαζικά τη νεολαία στον αθλητισμό, από όπου και θα ξεπηδούσαν τα ταλέντα, από την άλλη ένας όχλος έτοιμος να καρπωθεί αυτό που δεν του ανήκει. Να γιορτάσει επειδή κάποιος άλλος με την ίδια εθνικότητα πήδηξε λίγο ψηλότερα από κάποιους άλλους.

Και για να μην παρεξηγηθώ δεν έχω κάτι με τα παιδιά που πήραν τα μετάλλια. Τουναντίον τα θαυμάζω όπως και τους συναθλητές τους γιατί δεν το βάζουν κάτω παρόλες τις δυσκολίες. Τα ευχαριστώ γιατί δημιουργούν όμορφες ιστορίες που μας αφαιρούν από τη θλιβερή καθημερινότητα. Ξενύχτησα για να δω τον αγώνα της Στεφανίδου και με κέρδισε το χαμόγελο της νεαρής νεοζηλανδής και η ανωτερότητα της αμερικανίδας. Παρακολουθώ χρόνια τις προσπάθειες του Γιαννιώτη γιατί με γοητεύει η μάχη του με τη θάλασσα. Θυμάμαι μια συνέντευξη του πρόωρα χαμένου αγωνιστή Γιώργου Γράψα στην εφημερίδα "ΠΡΙΝ" όπου έλεγε πως ήθελε τα παιδιά του να δώσουν πανελλήνιες για να μάθουν να βάζουν στόχους και να αγωνίζονται για να τους πετύχουν. Αυτό σημαίνει για μένα ο πρωταθλητισμός. Το ευτυχισμένο τέλος ενός αγώνα στον οποίο αντιστοιχούν ταυτόχρονα χιλιάδες αποτυχίες με κοινό παρονομαστή την προσπάθεια. Μια προσπάθεια ωστόσο ατομική καθαρή από οποιαδήποτε κοινωνική συμμετοχή.

Αυτό το καλοκαίρι μετάλλια δε φέραν μόνο οι αθλητές. Η κερκυραϊκή φιλαρμονική "Μάντζαρος" με 125 χρόνια παράδοσης, πενιχρά μέσα, ερασιτέχνες μουσικούς που ξοδεύουν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους σε πρόβες επέστρεψε από το Διεθνές Φεστιβάλ Συμφωνικών Ορχηστρών της Βιέννης με το χρυσό μετάλλιο! Κι ο διευθυντής της Σωκράτης Άνθης με τη διάκριση του "Εξαίρετου Αρχιμουσικού". Ποιο κανάλι ή εφημερίδα αφιέρωσε έστω ένα λεπτό ή μονόστηλο για να μεταδώσουν την είδηση;
Κι όμως η διάκριση αυτή αντανακλά τη συλλογική αγάπη και προσπάθεια ενός ολόκληρου νησιού για τη μουσική. Εκατοντάδες άνθρωποι δουλεύουν το πρωί στο γραφείο, στο μαγαζί, στο συνεργείο και το απόγευμα φορτώνονται τις κόρνες και τα τύμπανα και τρέχουν στις πρόβες σε καποια από τις 25 Φιλαρμονικές ή τις πολυάριθμες χορωδίες. Φίλοι, γείτονες, εχθροί, συγγενείς. Σε συναυλία της (παλαιάς) Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας έπαιξαν φέτος μαζί σόλο σαξόφωνο και κλαρίνο ένας 87χρονος κι ο εγγονός του. Ποια προβολή υπάρχει για αυτούς; Καμία αλλά δε τη χρειάζονται. Η αγάπη του κόσμου που τους συνοδεύει χειροκροτώντας όταν αποχωρούν από μια συναυλία έίναι η αμοιβή τους.
Σε μια από τις πολλές συναυλίες που δίνουν οι φιλαρμονικές στις πλατείες το καλοκαίρι αποφάσισαν να σκάσουν μύτη 2-3 δεσποτάδες με τη συνοδεία τους. Αρκετη ώρα μετά την έναρξη κι ενώ η "Μάντζαρος" έπαιζε ένα εμβατήριο από την Αΐντα χωρίς κανένα σεβασμό στη μπάντα ή τον κόσμο προχώρησαν κορδωμένα κι επιδεικτικά και στρογγυλοκάθισαν στις πρώτες θέσεις ανταλλάσοντας θορυβώδεις χαιρετισμούς με τους λοιπούς μπροστοκαρεκλάτους. Μετά από 2 κομμάτια κι αφού χαμογέλασαν στους ντόπιους φωτορεπόρτερ. σηκωθήκαν και φύγανε. "Πολύ κάτσατε" τους φώναξα όταν πέρασαν κοντά μου. "Το κράτος της ISIS" σχολίασε κάποιος πιο θυμωμένος δίπλα μου και είδα με έκπληξη το Γιώργο Ρούσση. Δυο μέρες αργότερα επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό στη συναυλία της παλαιάς. Ίσως να φταίει η σύμπτωση των δυο φιλαρμονικών να συμπεριλάβουν στο πρόγραμμα τους το Imperial March του John Williams από την πρωτη τριλογία των Star Wars, οπότε οι αρχιερείς να έφυγαν για να αποφύγουν τη σύγκριση με τον αγνότερο και συμπαθέστερο Darth Vader.


Όλα τα παραπάνω συνθέτουν την εικόνα ενός συνόλου που απέχει αρκετά από το να χαρακτηριστεί κοινωνία. Που δε μπορεί να θέσει συλλογικούς στόχους ακόμα και στα πιο απλά, όπως ο αθλητισμός, την ώρα που θα πρέπει να ανατρέψει τους παραγωγικούς συσχετισμούς για να επιβιώσει. Που είναι έτοιμο να υποστεί το υπόλοιπο της μίζερης ζωής του με αντάλλαγμα μια σέλφι πανηγυρισμού για κάτι που δεν του ανήκει. Ένας όχλος που αντί να δει τα χάλια του θαυμάζει χρυσά μετάλλια και πετραχείλια.
 Μέσα σε αυτό τον όχλο συνυπάρχουν παράλληλα πολλές μονάδες και πολυπληθείς ομάδες που αγωνίζονται.
Οι επιδόσεις των κορυφαίων αθλητών τονώνουν το ηθικό στη βάση πως αν προσπαθήσεις μπορείς και να τα καταφέρεις όμως ο δρόμος της συγκρότησης μια στοχοπροσηλωμένης κοινωνίας περνάει αποκλειστικά από συλλογικές προσπάθειες.




Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

#Mega_telos

Κανείς από όσους κάνουμε πλάκα με το κλέισιμο του Mega δε χαίρεται με την απώλεια εργασίας των τεχνικών του, των οδηγών κ.α.
Το κλείσιμο του Mega δε θα μας βγάλει από τα μνημόνια, δε θα αναβαθμίσει τα ΜΜΕ. Δε θα βγάλει καν από το παιχνίδι τους διαπλεκόμενους μετόχους του.
Προς τί λοιπόν η (και δική μου) χαρά;

Ανάμεσα από τους μετόχους και τον καφετζή της Ακρίτα υπάρχει μια ομάδα "δημοσιογράφων" που για χρόνια έκανε το άσπρο-μαύρο, που πληρώνονταν για να συκοφαντούν ολόκληρες κοινωνικές τάξεις, που κουνούσαν επιδεικτικά το δάκτυλο κάθε φορά που η κοινωνία αντιδρούσε σε κάτι. Αυτοί δεν είναι μερικοί ακόμα εργαζόμενοι. Συνειδητά επιτέλεσαν το ρόλο τους και αμείφθηκαν πλουσιοπάροχα για αυτό.
Προσωπικά δε θα λυπηθώ καθόλου αν η κ. Σαράφογλου μείνει για λίγο άνεργη, ίσως τη βοηθήσει να είναι πιο αντικειμένική στην επόμενη δουλειά της.

Το επιχειρήμα των ανθρώπων που χάνουν τις δουλείες τους είναι λίγο σκατόψυχο κ. Ακρίτα, όταν δεν υπάρχει από την άλλη μεριά καμία αναφορά στους εργαζόμενους της 3Ε που αγωνίζονται χρόνια τώρα χωρίς να ειπωθεί κουβέντα για αυτούς από το "μεγάλο κανάλι". Επίσης το ζήτημα δεν είναι να κρατήσουμε πάση θυσία κάθε "μαγαζί" ανοικτό γιατί τότε θα πρέπει να λυπηθούμε αν κλείσει η αλυσίδα φούρνων που αποτελεί πλυντήριο νταβατζήδων.
Θα πρέπει να λυπηθούμε αν κλείσουν οι χρυσοθήρες στις Σκουριές που ρημάζουν το δάσος

Το δικαίωμα στην εργασία δεν είναι ατομικό δικαίωμα ή υπόθεση των εργαζομένων της μιας ή της άλλης επιχείρησης, είναι ένα καθολικό και καθολικά κατακρεουργημένο συλλογικό δικαίωμα και ως τέτοιο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να διεκδικηθεί. Μόνη λύση για τους εργαζόμενους του καναλιού είναι να κάνουν κατάληψη στο Μέγκα και να αρχίσουν να το λειτουργούν οι ίδιοι. Και τότε θα έιμαστε δίπλα τους από την πρώτη στιγμή.

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Ο Αριόν και το δελφίνι


Με λένε Αριόν
Το όνομα μου το έδωσε ο πατέρας μου από έναν ελληνικό μύθο.
Ο πατέρας μου ήταν Αρχαιολόγος, τον σκότωσαν στρατιώτες του Ασάντ
Το μέρος που έκανε τις ανασκαφές του το ισοπέδωσαν οι ισλαμιστές
H χώρα μου είναι παρελθόν για μένα. Ή σωστότερα η χώρα μου είναι παρελθόν, σκέτο.

Το παρελθόν είναι το μόνο που έχω. Για να έχω μέλλον θα πρέπει να βγω από το παρόν μου. Το παρόν μου είναι μια φουσκωτή βάρκα με καμιά τριανταριά άντρες, γυναίκες, παιδιά Σύριους σαν και μένα που φύγαμε απ' τ 'Αιβαλίκ καμιά ώρα πριν για να περάσουμε στη Μυτιλήνη, στην Ευρώπη, στο μέλλον. Ή να πνιγούμε ανάμεσα σε δυο ηπείρους. Στο ρήγμα της πανανθρώπινης αδιαφορίας. Πράγμα που αυτή την ώρα που τα φώτα της Μυτιλήνης χάνονται μέσα στο χάραμα και η Μυτιλήνη χάνεται μέσα στα κύματα μου φαίνεται το πιθανότερο.

Λένε πως ο άνθρωπος δε μπορεί να πετάξει. Όμως εγώ πετάω. Ξαφνιασμένος μέσα στον παγωμένο χρόνο. Με τα χέρια και τα πόδια ανοιχτά. Κλάσματα του δευτερολέπτου, πιο αργά από μια ολόκληρη ζωή. Χωρίς φόβο. Μόνο ξάφνιασμα
Και μετά η ενστικτώδης αγωνία. Να μην πνιγείς. Να πάρεις ανάσα πριν το επόμενο κύμα σε σκεπάσει. Το μόνο που σκέφτομαι είναι πως χωρίς το σωσίβιο θα είχα ήδη πνιγεί. Η αγωνία μου θα είχε τελειώσει. Αντί για το σωσίβιο όμως βγάζω τα παπούτσια μου. Για να ζήσω λίγο ακόμα. Για πόσο όμως; Το σώμα μου παγώνει. Οι ανάσες κερδίζονται με μεγάλη δυσκολία πια.

Και τότε κάνω την πιο περίεργη σκέψη. Αλλά ποιός ορίζει τί είναι περίεργο όταν πρόκειται να πεθάνεις σε λίγα λεπτά, από πνιγμό ή ανακοπή;
θυμάμαι την ιστορία που μου έλεγε ο πατέρας μου για τον συνονόματό μου αρχαίο τραγουδιστή. Που τον έσωσε έτνα δελφίνι όταν τον πετάξανε στη θάλασσα από ένα πλοίο. Το όνομά μου δε στάθηκε τυχερό για μένα.
Τώρα βλέπω μια βιβλική μορφή. Θηριώδης με αγριεμένα μαλλιά, μάτια, γένια. Είναι κάποιος προφήτης ή o Ποσειδώνας που απλώνει το χέρι του; Παραδίνομαι και κλείνω τα μάτια μου.

Δεν κρυώνω πια. Δεν ακούω Πια τη θάλασσα. O Ποσειδώνας σκύβει πάνω μου. Μου λέει με τραγουδιστά αγγλικά ότι είμαι αγωνιστής, ότι όλα θα πάνε καλά. Δεν ήπια καθόλου νερό.
Με λένε Ντελφίν μου λέει και μου δίνει το χέρι του. Αυτό που με τράβηξε απ' το νερό. Και στο εσωτερικό του καρπού του έχει στιγματισμένο ένα δελφίνι.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Ξηράθηκαν τα Δικαιώματα σύντροφε κι εσύ μαζί τους

Αν κάποιος φίλος μου έλεγε να δούμε μια παράσταση που θα μπλέκει κείμενα του Καμύ και του Σάββα Ξηρού κάτω από ένα μαθηματικό τίτλο θα του ευχόμουν καλή διασκέδαση και θα έκλεινα εισιτήρια για την ταινία του Ταραντίνο. Πρώτα από όλα γιατί είμαι Μαθηματικός και σε αντίθεση με αρκετούς του σιναφιού μου στον ελεύθερό μου χρόνο θέλω να κάνω πράγματα που δεν θυμίζουν σε τίποτα τη δουλειά μου. Δεύτερον γιατί από Καμύ έχω διαβάσει μόνο την Πανούκλα στα φοιτητικά μου χρόνια, από υποχρέωση, σήμερα έχω κλείσει με αυτού του είδους τις υποχρεώσεις. Τρίτον γιατί δεν έχω σε καμία εκτίμηση τους Ξηρούς.
Ωστόσο αν κάποιος απαγόρευε την παράσταση που ήθελε να δει ο φίλος μου θα ένιωθα το ίδιο σαν να απαγορεύοταν ο Ταραντίνο. Ίσως και χειρότερα. Γιατί οι παραστάσεις δεν μπορεί να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν με βάση τί αρέσει στο κοινό. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΦΑΣΙΣΜΟΣ. Γιατί στη χώρα μας ένας αμόρφωτος όχλος και καθοδηγούμενος από το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ έχει αναγορευτεί σε "κοινή γνώμη". Ένας όχλος που κατακρίνει χωρίς να κρίνει και χωρίς να κρίνεται. Κι ο όχλος αυτός απαιτεί κολακείες, "καλλιτέχνες" που υμνούν το υπέροχο κοινό τους και την "αγάπη" που παίρνουν από αυτό. Απαιτεί διαρκή επιβεβαίωση των εθνικών του μύθων περί ανωτερότητας.
Όμως η τέχνη δεν υπάρχει για να κολακεύει αλλά για να αποκαλύπτει τις αδυναμίες. Δεν είναι τέχνη να συντάσσεσαι με την κοινή γνώμη αλλά να την προκαλείς, να την αμφισβητείς, να της βάζεις ερωτήματα. Η τέχνη μιλά για αποκλεισμένους, για μειοψηφίες και για παρίες.
Αν δεν υπήρχε ο φόνος, η μοιχεία, η δίψα για εξουσία και χρήμα, η εκμετάλλευση δεν θα υπήρχαν η Αντιγόνη, ο Οιδίποδας, ο Άμλετ, ο Γιάννης Αγιάννης, ο Γιούγκερμαν. Κι αν κάτι πέτυχε η Πηγή Δημητρακοπούλου είναι σε πρώτο επίπεδο να ξανανοίξει την κουβέντα για τον υποδεέστερο παρία (είτε τον γουστάρουμε είτε όχι) αυτής της χώρας, το Σάββα Ξηρό, το δολοφόνο, το φυλακισμένο, τον ανάπηρο.
Όμως η διοίκηση του Εθνικού Θεάτρου φρόντισε για να κατευνάσει τους καθοδηγητές της "κοινής γνώμης", τον κούλη, το μπάμπη, τον πρετ-εντέρι και τη CIA δηλαδή. Αντί να υψώσει ένα συμβολικό ανάχωμα στο φασισμό του πρόσφερε μια αναίμακτη νίκη. Φοβήθηκε το χρυσοπληρωμένο ποντίκι που διοικεί το θέατρο μη του κρατήσει μούτρα ο πρέσβης και δεν παραστεί στην επόμενη πρεμιέρα.
Πέρα όμως από τη διοίκηση του Εθνικού φοβήθηκε κι ο υπουργός "Πολιτισμού" και του πήρε δυο μέρες να κάνει μια δήλωση του κώλου αντί να αλλάξει όλο το ΔΣ του θεάτρου. Κι ενώ σύσσωμος ο σιχαμένος, θεσμικός, παραδοσιακός "εθνικός κορμός" έχει πάρει θέση κατά της παράστασης και την έχει ακυρώσει για την περήφανη κυβέρνηση της "αριστεράς" είναι Σάββατο. Το περίφημο τμήμα δικαιωμάτων του σύριζα κόβει την πίτα του, Σάββατο κι αυτό.

Υ.Γ. η ντόρα μπακογιάννη επανέλαβε για πολλοστή φορά πως ενώ ο Ξηρός γράφει βιβλία ο Παύλος δε θα γυρίσει σπίτι. Αν σταματήσει να γράφει;