Θυμάμαι όταν βγήκε το δεύτερο βιβλίο του, το "χαμογέλα ρε, τί σου ζητάνε" να το διαβάζω νυχθημερόν. Ήμουν στο Λύκειο και το κουβαλούσα στο σχολείο. Την ώρα των θρησκευτικών το διάβαζα με ευλάβεια και ταξίδευα στα σκοτεινά χρόνια της φυλακής και της εξορίας.
Το πρώτο βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου μου το κάναν δώρο οι γονείς μου όταν ήμουν δεκατριών. Συγκλονίστηκα. Είχα ήδη διαβάσει πολλά απομνημονεύματα ανταρτών και αριστερών, έβγαιναν δεκάδες εκείνη την εποχή, κι όλα μου φαίνονταν εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πως να μην είναι όταν αποτελούσαν την παρακαταθήκη ανθρώπων που αψήφησαν την ίδια τους την ζωή για μια ιδέα.
Όμως το "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" του Μίσσιου ήταν διαφορετικό. Γλώσσα προκλητική στα μάτια μου αλλά καθόλου χυδαία και κυρίως καθόλου προσποιητή. Η γραφή του Μίσσιου είναι στον αντίποδα του Κάλβου. Η ιδέα είναι ο άνθρωπος που την κουβαλά σα μικρός προμηθέας. Όσο πιο τραχύς ο άνθρωπος τόσο πιο βαριά η ιδέα.
Οι άνθρωποι του Μίσσιου έλεγαν πούτσος, αρχίδια, μουνί αλλά ο ίδιος χρησιμοποιούσε ομηρικές μεταφορές για τον έρωτα. Οι ήρωές του αποτελούσαν όλο αυτό το περιθώριο που γράφει την ιστορία χωρίς ποτέ να αναφέρεται από αυτή. Αθυρόστομοι πιτσιρικάδες που αψηφούν το κόμμα, νταβαντζήδες και βαποράκια της φυλακής, τρυφερές πουτάνες της Σαλονίκης. (Αλήθεια αυτό το "Σαλονικιός" δεν το θυμήθηκε κανείς από τους φασόν νεκρολόγους των μίντια;)
Και δίπλα τους οι άγιοι της Αριστεράς να υπομένουν το μαρτύριο της αναμονής της εκτέλεσης, της μακρόχρονης φυλάκισης, των ανακριτικών βασανιστηρίων με συναισθήματα, σκέψεις και αγωνίες που δεν εγκρίνει η μυθολογία του κόμματος για τον αριστερό υπεράνθρωπο. Και η ιστορία να τρέχει όχι σε σελίδες βιβλίων αλλά πάνω στις ζωές χιλιάδων αθώων που όμως για το Μίσσιο είναι χιλιάδες πρόσωπα, με όνομα, ψυχή και κυρίως ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Και μέσα από τα δύσκολα χρόνια αυτός ο αναθεματισμένος κομμουνιστής να οργανώνει τις χιλιάδες μικρές στιγμές μια τεράστιας ζωής. Να αντιστέκεται με χιούμορ απέναντι σε κάθε απολυταρχία, με τρυφερότητα απέναντι στη βαρβαρότητα.
Ο Χρόνης Μίσσιος μοιάζει σαν ένα σύνολο από χρωματιστές ψηφίδες. Διανοούμενος αλλά πρωτίστως αγωνιστής, επαναστάτης κι ευαίσθητος, αυτοκριτικός αλλά επιεικής με τους γύρω του. Είναι η διαρκής υπενθύμιση ότι έχουμε πολλά περιθώρια βελτίωσης. Ευτυχώς, "από ένα καπρίτσιο της τύχης" ο Χρόνης δεν πέθανε νωρίς.
Το πρώτο βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου μου το κάναν δώρο οι γονείς μου όταν ήμουν δεκατριών. Συγκλονίστηκα. Είχα ήδη διαβάσει πολλά απομνημονεύματα ανταρτών και αριστερών, έβγαιναν δεκάδες εκείνη την εποχή, κι όλα μου φαίνονταν εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πως να μην είναι όταν αποτελούσαν την παρακαταθήκη ανθρώπων που αψήφησαν την ίδια τους την ζωή για μια ιδέα.
Όμως το "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" του Μίσσιου ήταν διαφορετικό. Γλώσσα προκλητική στα μάτια μου αλλά καθόλου χυδαία και κυρίως καθόλου προσποιητή. Η γραφή του Μίσσιου είναι στον αντίποδα του Κάλβου. Η ιδέα είναι ο άνθρωπος που την κουβαλά σα μικρός προμηθέας. Όσο πιο τραχύς ο άνθρωπος τόσο πιο βαριά η ιδέα.
Οι άνθρωποι του Μίσσιου έλεγαν πούτσος, αρχίδια, μουνί αλλά ο ίδιος χρησιμοποιούσε ομηρικές μεταφορές για τον έρωτα. Οι ήρωές του αποτελούσαν όλο αυτό το περιθώριο που γράφει την ιστορία χωρίς ποτέ να αναφέρεται από αυτή. Αθυρόστομοι πιτσιρικάδες που αψηφούν το κόμμα, νταβαντζήδες και βαποράκια της φυλακής, τρυφερές πουτάνες της Σαλονίκης. (Αλήθεια αυτό το "Σαλονικιός" δεν το θυμήθηκε κανείς από τους φασόν νεκρολόγους των μίντια;)
Και δίπλα τους οι άγιοι της Αριστεράς να υπομένουν το μαρτύριο της αναμονής της εκτέλεσης, της μακρόχρονης φυλάκισης, των ανακριτικών βασανιστηρίων με συναισθήματα, σκέψεις και αγωνίες που δεν εγκρίνει η μυθολογία του κόμματος για τον αριστερό υπεράνθρωπο. Και η ιστορία να τρέχει όχι σε σελίδες βιβλίων αλλά πάνω στις ζωές χιλιάδων αθώων που όμως για το Μίσσιο είναι χιλιάδες πρόσωπα, με όνομα, ψυχή και κυρίως ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Και μέσα από τα δύσκολα χρόνια αυτός ο αναθεματισμένος κομμουνιστής να οργανώνει τις χιλιάδες μικρές στιγμές μια τεράστιας ζωής. Να αντιστέκεται με χιούμορ απέναντι σε κάθε απολυταρχία, με τρυφερότητα απέναντι στη βαρβαρότητα.
Ο Χρόνης Μίσσιος μοιάζει σαν ένα σύνολο από χρωματιστές ψηφίδες. Διανοούμενος αλλά πρωτίστως αγωνιστής, επαναστάτης κι ευαίσθητος, αυτοκριτικός αλλά επιεικής με τους γύρω του. Είναι η διαρκής υπενθύμιση ότι έχουμε πολλά περιθώρια βελτίωσης. Ευτυχώς, "από ένα καπρίτσιο της τύχης" ο Χρόνης δεν πέθανε νωρίς.
Τέτοια έκανες στο λύκειο, βρε; πολύ όμορφο κείμενο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑδελφέ μου ειναι υπέροχο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΒ.