Υπάρχουν κάτι μέρες που νομίζεις πως όλο το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον σου όσο κι αν κάποιοι μαλάκες πιστεύουν στη δύναμη της θέλησης. Η ζωή μωρό μου δεν είναι κουτάλι να το κολλήσεις στο κούτελο. Κάπως έτσι ένιωθε κι ο Κώστας Ραγιάδογλου κλεισμένος στην τουαλέτα του. Ήθελε να κατουρήσει, πιο πολύ κι απ' όσο θα φαντάζονταν ο κοέλιο, όταν έβγαλε το ζαρωμένο τσουτσούνι από το φερμουάν αυτό άρχισε να εκσφενδονίζει τα ούρα σε κάθε κατεύθυνση. Στο πάτωμα, το παντελόνι, τα χέρια του, το καπάκι της λεκάνης που είχε προνοήσει να το σηκώσει...αλλά είπαμε το σύμπαν ώρες ώρες σου βγάζει κόκκινη απευθείας. Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται χειρότερα όταν άκουσε την εξώπορτα να ανοίγει και στη συνέχεια τα τακούνια της συζύγου του να πλησιάζουν. Έψαξε με το μάτι τη σφουγγαρίστρα αλλά αυτή ρέμβαζε στο μπαλκόνι. Βούτηξε το χαρτί υγείας με βιασύνη κι αυτό του γλίστρησε απ' τα χέρια κι έπεσε στη λεκάνη. Κι εκεί η πότρα ανοίγει κι η Έλλη Κωστοψάρη τον επιπλήττει αρχικά με το βλέμμα που εστιάζει κυρίως στο ξεκούμπωτο παντελόνι του και στα ούρα που σχηματίζουν μια λιμνούλα στο πάτωμα. Κι τότε αρχίζει αυτό που Κώστας Ραγιάδογλου ονομάζει συζυγική επιληπτική κρίση. "Ανίκανε, το πουλί σου ούτε στο κατούρημα δε το κουμαντάρεις, τα νιάτα που έφαγα μαζί σου κλπ" τροπάριο επαναλαμβανόμενο και προβλέψιμο που σήμερα πήγε όμως ένα βήμα παραπέρα "θέλω διαζύγιο, αλλά πρώτα θα υπογράψεις να βγεις από τον κοινό μας λογαριασμό. Αυτά είναι δικά μου λεφτά αχαϊρευτε. Αυτή η σχέση έχει χρεοκοπήσει".
"ΟΚ" είπε ο Κώστας "αλλά μην φωνάζεις άλλο. Αύριο το πρωί πάμε μαζί στη τράπεζα."
"Αυτό έχεις να πεις μόνο; δε σε νοιάζει που χωρίζουμε;"
"Αυτό δε θές;" την αποστόμωσε, στον πιο ουσιαστικό διάλογο που είχαν στα τρία χρόνια γάμου.
Εκείνο το βράδυ ήταν το πιο περίεργο στην κοινή ζωή τους. Και τους δύο βασάνιζε η σκέψη πως περνούσαν την τελευταία τους νύχτα μαζί. Πλάτη με πλάτη άγρυπνους τους βρήκε το ξημέρωμα να αναλογίζονται τη ζωή που αφήνουν πίσω. Πως η νέα μέρα θα τους βρει αποξενωμένους και μόνους
(Μα καλά εγώ τα γράφω αυτά ή το κρασί που ήπια; Άντε κατούρα ρε κοέλιο!)
Κατά τις εννιά με μάτια κόκκινα, αμίλητοι και μουντρούχες περιμένουν να ανάψει το νούμερό τους στην οθόνη αναμονής της τράπεζας. Σαν ξενυχτισμένοι ταξιδιώτες σε τράνζιτ πτήση, αμίλητοι. (Λευκαδίτικο Βερτζαμί, γαμώ τα κρασιά).
Όταν έφτασε η σειρά τους εξήγησαν στον υπάλληλο τί ήθελαν. Η βιασύνη να τελειώσουν την κοινή τους συνύπαρξη ήταν έκδηλη. Ούτε ενημέρωση δεν ήθελαν. Τον Κώστα δεν τον ένοιαζε έτσι κι αλλιώς.
Βγήκαν από την πόρτα αμίλητοι και κοντοστάθηκαν λίγα δευτερόλεπτα. "Καλή συνέχεια" είπε η Έλλη. "Καλή τύχη" αντευχήθηκε ο Κώστας. Η Έλλη μπήκε στο αμάξι της και πήγε στην πολεοδομία που δούλευε". Ο Κώστας πήγε προς το δικό του. Λίγο πριν φτάσει σταμάτησε σε ένα καρτοτηλέφωνο και δήλωσε την απώλεια του κινητού του στην εταιρεία παροχής. Στην συνέχεια μπήκε στο αυτοκίνητο και
πήρε την κατεύθυνση της εθνικής. Πρώτη στάση Καμμένα Βούρλα, για ξεκούραση, διανυκτέρευση Θεσσαλονίκη και την άλλη μέρα Σεράγεβο. Το τρίμηνο των βαλκανικών του διακοπών, χωρίς υποχρεώσεις, χωρίς τηλεφωνήματα από το αφεντικό, χωρίς γκρίνιες ξεκινούσε. Η βαλίτσα με τα μισά λεφτά που είχε σηκώσει από τον κοινό λογαριασμό τρεις μέρες πριν θα έφτανε όχι μόνο για να περάσει ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι αλλά και για να ψάξει για δουλειά κάπου στην επαρχία όταν θα γύρναγε. Στη χειρότερη θα πούλαγε το αυτοκίνητο. Όταν κατάλαβε πως η γυναίκα του τον απατούσε με τον προϊστάμενό της, ήξερε πως ο γάμος είχε χρεοκοπήσει. Αυτός δεν είχε αλλάξει αλλά η Έλλη τώρα ήθελε άλλα από τη ζωή της. Σιγουριά, εισοδήματα, κοινωνικό στάτους και στασίδι στο μέγαρο. Θα τα έβρισκε με τον προϊστάμενο. Στη χρεοκοπία δεν πρέπει να είσαι μοιρολάτρης αλλά αποφασιστικός. Και να ξεμπλέκεις γρήγορα ακόμα κι αν χρειαστεί να κατουρήσεις το πάτωμα.
Υ.Γ. Κάθε ομοιότητα με αυτά που ακούμε για χρεοκοπίες στα δελτία αηδήσεων δεν είναι συμπτωματική
"ΟΚ" είπε ο Κώστας "αλλά μην φωνάζεις άλλο. Αύριο το πρωί πάμε μαζί στη τράπεζα."
"Αυτό έχεις να πεις μόνο; δε σε νοιάζει που χωρίζουμε;"
"Αυτό δε θές;" την αποστόμωσε, στον πιο ουσιαστικό διάλογο που είχαν στα τρία χρόνια γάμου.
Εκείνο το βράδυ ήταν το πιο περίεργο στην κοινή ζωή τους. Και τους δύο βασάνιζε η σκέψη πως περνούσαν την τελευταία τους νύχτα μαζί. Πλάτη με πλάτη άγρυπνους τους βρήκε το ξημέρωμα να αναλογίζονται τη ζωή που αφήνουν πίσω. Πως η νέα μέρα θα τους βρει αποξενωμένους και μόνους
(Μα καλά εγώ τα γράφω αυτά ή το κρασί που ήπια; Άντε κατούρα ρε κοέλιο!)
Κατά τις εννιά με μάτια κόκκινα, αμίλητοι και μουντρούχες περιμένουν να ανάψει το νούμερό τους στην οθόνη αναμονής της τράπεζας. Σαν ξενυχτισμένοι ταξιδιώτες σε τράνζιτ πτήση, αμίλητοι. (Λευκαδίτικο Βερτζαμί, γαμώ τα κρασιά).
Όταν έφτασε η σειρά τους εξήγησαν στον υπάλληλο τί ήθελαν. Η βιασύνη να τελειώσουν την κοινή τους συνύπαρξη ήταν έκδηλη. Ούτε ενημέρωση δεν ήθελαν. Τον Κώστα δεν τον ένοιαζε έτσι κι αλλιώς.
Βγήκαν από την πόρτα αμίλητοι και κοντοστάθηκαν λίγα δευτερόλεπτα. "Καλή συνέχεια" είπε η Έλλη. "Καλή τύχη" αντευχήθηκε ο Κώστας. Η Έλλη μπήκε στο αμάξι της και πήγε στην πολεοδομία που δούλευε". Ο Κώστας πήγε προς το δικό του. Λίγο πριν φτάσει σταμάτησε σε ένα καρτοτηλέφωνο και δήλωσε την απώλεια του κινητού του στην εταιρεία παροχής. Στην συνέχεια μπήκε στο αυτοκίνητο και
πήρε την κατεύθυνση της εθνικής. Πρώτη στάση Καμμένα Βούρλα, για ξεκούραση, διανυκτέρευση Θεσσαλονίκη και την άλλη μέρα Σεράγεβο. Το τρίμηνο των βαλκανικών του διακοπών, χωρίς υποχρεώσεις, χωρίς τηλεφωνήματα από το αφεντικό, χωρίς γκρίνιες ξεκινούσε. Η βαλίτσα με τα μισά λεφτά που είχε σηκώσει από τον κοινό λογαριασμό τρεις μέρες πριν θα έφτανε όχι μόνο για να περάσει ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι αλλά και για να ψάξει για δουλειά κάπου στην επαρχία όταν θα γύρναγε. Στη χειρότερη θα πούλαγε το αυτοκίνητο. Όταν κατάλαβε πως η γυναίκα του τον απατούσε με τον προϊστάμενό της, ήξερε πως ο γάμος είχε χρεοκοπήσει. Αυτός δεν είχε αλλάξει αλλά η Έλλη τώρα ήθελε άλλα από τη ζωή της. Σιγουριά, εισοδήματα, κοινωνικό στάτους και στασίδι στο μέγαρο. Θα τα έβρισκε με τον προϊστάμενο. Στη χρεοκοπία δεν πρέπει να είσαι μοιρολάτρης αλλά αποφασιστικός. Και να ξεμπλέκεις γρήγορα ακόμα κι αν χρειαστεί να κατουρήσεις το πάτωμα.
Υ.Γ. Κάθε ομοιότητα με αυτά που ακούμε για χρεοκοπίες στα δελτία αηδήσεων δεν είναι συμπτωματική
Kαλόόόό!
ΑπάντησηΔιαγραφή